ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ

ΙΣΟΝ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΕΣ ΚΑΙ ΚΡΙΣΗ

Δεν διορθώνεται, ανατρέπεται

Του Χρίστου Μπίστη

 Πριν από λίγα χρόνια οι κυρίαρχοι του σημερινού κόσμου είχαν εξαπολύσει εναντίον μας μια πρωτοφανή πλύση εγκεφάλου για να μας πείσουν για το «τέλος της ιστορίας». Με τη διάψευση των προβλέψεων και επαγγελιών τους, η ακατάσχετη φλυαρία τους για την κρίση έχει γίνει πια σήμερα το υπ’ αριθμόν 1 ζήτημα στα καθημερινά πρωτοσέλιδα. Και βέβαια αυτό για να συγκαλυφθεί η βαθύτερη αιτία του φαινομένου. Για να αναγκαστούν οι λαοί να σκύψουν το κεφάλι μπροστά στον κίνδυνο της οικονομικής χρεοκοπίας και να αποδεχτούν τη νέα πρωτοφανή λεηλασία που έχει εξαπολυθεί εναντίον τους από τους κύριους υπεύθυνους και δημιουργούς της κρίσης. Αλλά και για να ελπίσουν ότι, να… να… με τα νέα τρισεκατομμύρια που χαρίστηκαν στις τράπεζες αρχίζει να διαφαίνεται η ανάκαμψη…

Ωστόσο η πραγματικότητα μιλάει εντελώς άλλη γλώσσα. Η ύφεση δεν ξεπερνιέται με την πλουσιοπάροχη ενίσχυση των τραπεζών και την ανάκαμψη του τζόγου στα χρηματιστήρια. Καμία καπιταλιστική – ιμπεριαλιστική κυβέρνηση δεν είναι σε θέση να ελέγξει την φούσκα των 700 τρις δολαρίων τοξικών παραγώγων και τα τεράστια δημόσια χρέη (300% του ΑΕΠ στις ΗΠΑ). Γι’ αυτό και η σημερινή κρίση που είναι εξίσου βαθιά αν όχι βαθύτερη από την κρίση του 1929 (η οποία διάρκεσε πάνω από 10 χρόνια και οδήγησε στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο) προμηνύεται επίσης μακρόχρονη και καταστροφική. Έτσι που ακόμα και οι Φαϊνάνσιαλ Τάϊμς να διαπιστώνουν τον περασμένο Οκτώβρη ότι «οι μετοχικές αγορές αρχίζουν εκ νέου να μοιάζουν με φούσκα» και ότι «η επόμενη κρίση έχει ήδη ξεκινήσει», ενώ ο ίδιος ο Ομπάμα στα μέσα του Νοέμβρη με δηλώσεις του στο ειδησεογραφικό πρακτορείο Fox News αναγκάστηκε να ομολογήσει κι αυτός τον κίνδυνο μιας κρίσης τύπου «W» με «διπλό πάτο».

Ποιος φταίει και ποιος πρέπει να πληρώσει για την κρίση

Οι κούφιες και συγκαλυπτικές εξηγήσεις των καπιταλιστών για τις βαθύτερες αιτίες της κρίσης του συστήματος δεν οφείλονται μόνο στην προσπάθεια αποπροσανατολισμού των λαών αλλά και στην ίδια την ταξική οπτική τους που συσκοτίζει τον εκμεταλλευτικό χαρακτήρα του καπιταλιστικού συστήματος. Αντίθετα η ταξική και επιστημονική προσέγγιση του Μαρξ είναι η μόνη που μας δίνει τη δυνατότητα να κατανοήσουμε τις τρεις άλυτες αντιθέσεις που είναι ριζωμένες μέσα στην ίδια τη φύση του καπιταλισμού:

«1. Την αντίθεση ανάμεσα στην επιστημονική οργάνωση της παραγωγής στο εσωτερικό κάθε επιχείρησης από τη μια, και στην αναρχία της καπιταλιστικής παραγωγής στο σύνολο της από την άλλη. Το κυνήγι του κέρδους και ο ασυγκράτητος ανταγωνισμός φέρνουν νομοτελειακά την άνιση ανάπτυξη των τομέων, των περιφερειών, των χωρών, των ηπείρων… είναι ένας από τους παράγοντες που οδηγούν σε κρίσεις.

2. Την αντίθεση ανάμεσα στην απεριόριστη ανάπτυξη της παραγωγής και της παραγωγικότητας από τη μια, και τις περιορισμένες δυνατότητες κατανάλωσης των μαζών που υφίστανται την εκμετάλλευση από την άλλη. Ο Μαρξ έλεγε: "Η τελική αιτία όλων των πραγματικών κρίσεων παραμένει πάντα η φτώχεια και ο περιορισμός της κατανάλωσης των μαζών, που αντιτίθεται στην τάση της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής να αναπτύσσει έτσι τις παραγωγικές δυνάμεις, λες και το όριό της αποτελείται από την απόλυτη ικανότητα κατανάλωσης της κοινωνίας". ("Το Κεφάλαιο" - τ. 3ος).

3. Την αντίθεση ανάμεσα στην αναζήτηση του μέγιστου κέρδους από τη μια, και στην πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους από την άλλη. Κάθε ατομικός καπιταλιστής επιδιώκει την αύξηση των κερδών του με την εισαγωγή νέου μηχανολογικού εξοπλισμού και τεχνολογίας, με την αύξηση της παραγωγικότητας, την απόσπαση περισσότερης υπερεργασίας, τη μείωση της αναγκαίας εργασίας και με την αντικατάσταση εργατών από μηχανές. Έτσι αυξάνει όλο και περισσότερο το λεγόμενο "σταθερό κεφάλαιο" -μηχανές, πρώτες ύλες, εγκαταστάσεις- το οποίο μεταβιβάζει μόνο την αξία του, αλλά δεν προσθέτει νέα αξία στο προϊόν, σε σχέση με το μόνο παράγοντα της παραγωγής που προσθέτει αξία, το "μεταβλητό κεφάλαιο" -τη ζωντανή εργατική δύναμη. Όσον καιρό διατηρεί το μονοπώλιο των νέων μεθόδων παραγωγής, ο καπιταλιστής μπορεί και απομυζά τεράστια κέρδη. Αργά ή γρήγορα, ωστόσο, η χρήση αυτών των μεθόδων γενικεύεται και τότε εξαιτίας της διόγκωσης του σταθερού κεφαλαίου που δεν γεννά νέα αξία, σε σχέση με το δημιουργό της αξίας, την εργατική δύναμη, το ποσοστό του κέρδους αρχίζει να πέφτει. Η αντίθεση αυτή μπορεί να εξουδετερωθεί σ’ ένα βαθμό με την εντατικοποίηση της εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης, με την εξοικονόμηση και την ταχύτερη περιστροφή του σταθερού κεφαλαίου, με τη βίαιη συμπίεση των τιμών των πρώτων υλών και τη λεηλασία των εξαρτημένων χωρών της καπιταλιστικής περιφέρειας, με την εξαγωγή κεφαλαίου και τις επενδύσεις (συνήθως σε βιομηχανίες έντασης εργασίας) για την υπερεκμετάλλευση των φτηνών εργατικών χεριών στις πιο φτωχές περιοχές του κόσμου κ.ά. - οδηγεί ωστόσο αναγκαστικά σε ανοιχτές κρίσεις, καταστροφές και πολέμους, που με την ισοπέδωση τομέων ολόκληρων της οικονομίας, αλλά και ολόκληρων χωρών, φέρνουν μαζί τους τη βίαιη υποτίμηση των συντελεστών της παραγωγής (συσσωρευμένου κεφαλαίου και εργασίας), και επιτρέπουν στους πιο ισχυρούς καπιταλιστές που επιβιώνουν να ξαναρχίζουν τον κύκλο της παραγωγής από νέες ευνοϊκές θέσεις.» («Η κρίση νομοτέλεια του καπιταλισμού» - έκδοση ΕΚΚΕ)

Αυτές τις βαθύτερες αντιθέσεις του καπιταλισμού καλούνταν πάντα σε στιγμές λαχανιάσματος και παραγωγικού αδιεξόδου να αντιμετωπίσει η παρέμβαση του χρηματοπιστωτικού τομέα. Και πράγματι με τις ενέσεις «πλασματικού» κεφαλαίου με τον υπερδανεισμό κρατών, επιχειρήσεων και νοικοκυριών, με το τζόγο στα χρηματιστήρια, δόθηκε επί ένα διάστημα η δυνατότητα για διατήρηση της κερδοφορίας και για την καταλήστευση του παραγόμενου πλούτου. Ωστόσο η υπερανάπτυξη του χρηματοπιστωτικού τομέα ερχόταν πάντα σε αντίθεση με την ίδια την πραγματικότητα της παραγωγής. Γι’ αυτό και όλες οι οικονομικές κρίσεις, κι ακόμα περισσότερο η σημερινή, είχαν πάντα ως αφετηρία τους κάποιο χρηματιστικό ή πιστωτικό κραχ. Δημιουργώντας έτσι την ψευδαίσθηση ότι η αιτία της κρίσης έχει να κάνει με το χρηματοπιστωτικό σύστημα ενώ στην πραγματικότητα βρίσκεται μέσα στην ίδια τη δομή του συστήματος. Μέσα στην ατομική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής και στην αντίθεση ανάμεσα στον κοινωνικό χαρακτήρα της παραγωγής από τη μια και στην ατομική ιδιοποίηση του προϊόντος της από την άλλη.

Τα ψέματα δεν βγάζουν από την κρίση τον ελληνικό καπιταλισμό

Οι κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις του τόπου, όχι μόνο η Ν.Δ. που καταβαραθρώθηκε στις πρόσφατες εκλογές και έχει πέσει σε βαθιά εσωτερική κρίση, αλλά και το ΠΑΣΟΚ που μπόρεσε να επιπλεύσει ως το «μικρότερο κακό», προτείνουν αποκλειστικά και μόνο μέτρα «δημοσιονομικής εξυγίανσης» του περιφερειακού ελληνικού καπιταλισμού στα πλαίσια της Ε.Ε. με οδυνηρές θυσίες για το λαό. Κλείνουν ωστόσο τα μάτια και δεν έχουν τίποτα να προτείνουν για την κατάρρευση κι αυτής ακόμα της υποτυπώδους βιομηχανίας μας που μέσα από αλλεπάλληλες ιδιωτικοποιήσεις, κλείσιμο «προβληματικών και μετανάστευση επιδοτούμενων επιχειρήσεων σε χώρες φτηνού εργατικού δυναμικού, οδήγησε στην κάθετη πτώση της βιομηχανικής παραγωγής από το 32% του ΑΕΠ στις αρχές της δεκαετίας του 70 κάτω από το 20% στις μέρες μας. Όχι μόνο δεν τους απασχολεί αλλά και έχουν επιδιώξει τη διάλυση της ελληνικής γεωργίας στα πλαίσια των εντολών της ΕΕ και του ΠΟΕ με αποτέλεσμα να εισάγουμε σήμερα τα 2/3 των αγροτικών προϊόντων που καταναλώνουμε. Και αν μέχρι πρόσφατα δούλευαν οι κατασκευές και η λεγόμενη «βαριά βιομηχανία» του τουρισμού, σήμερα καταρρέουν κι αυτές συνεπεία της παγκόσμιας κρίσης. Σ’ ό,τι αφορά δε την πρώτη στον κόσμο ελληνική ναυτιλία που σήμερα μαστίζεται κι αυτή, ούτε ένα από τα 1.000 καράβια που έχει παραγγείλει για την ανανέωση του στόλου της δεν κατασκευάζεται σε ελληνικά ναυπηγεία, ενώ απασχολεί κακοπληρωμένους ξένους εργάτες την ώρα που τους Έλληνες ναυτικούς τους πνίγει η ανεργία. Οι τράπεζες τέλος που είδαν τα κέρδη τους να εκτινάσσονται κατά 700% μέσα στην τελευταία δεκαετία, επιβεβαιώθηκαν άλλη μια φορά στις σημερνές συνθήκες σαν το χαϊδεμένο παιδί του συστήματος με τα 28 δις ευρώ που τους παραχωρήθηκαν για να αντιμετωπίσουν τις «μαύρες τρύπες» τους από τα επισφαλή δάνεια και τις κερδοσκοπικές επενδύσεις τους στην Ανατολική Ευρώπη και τα Βαλκάνια, την ίδια ώρα που ενώ οι ίδιες δανείζονται με 1% επιτόκιο από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, βλέπουν τα υπερκέρδη τους να μένουν ανεπηρέαστα από την κρίση δανείζοντας με 5% το ελληνικό κράτος.

Να λοιπόν ποιας οικονομίας η στήριξη με αλλεπάλληλες φοροαπαλλαγές για το μεγάλο κεφάλαιο, φορομπηξία και μαζική ανεργία για το λαό, με κατεδάφιση των κοινωνικών παροχών και συμπίεση των εργατικών εισοδημάτων, ήταν αυτή που οδήγησε στο να εκτιναχθεί το έλλειμμα στο 12,7% και να υπερδιογκωθεί το δημόσιο χρέος στο 133,6% του ΑΕΠ. Στοιχεία που όπως δηλώνει σήμερα ο διευθυντής της Τράπεζας Ελλάδας είχε γνωστοποιήσει και στον τότε πρωθυπουργό Καραμανλή και στον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης Παπανδρέου αρκετό καιρό πριν από τις εκλογές. Με αποτέλεσμα ο μεν πρώτος να προκηρύξει πρόωρες εκλογές αναγγέλλοντας ταυτόχρονα ένα εφιαλτικό πακέτο αντιλαϊκών μέτρων λες και ήταν έτοιμος να τα μαζέψει και να φύγει, ο δε δεύτερος με αόριστες φιλολαϊκές εξαγγελίες να ετοιμάζεται να τον διαδεχτεί, λες και ήταν κι αυτός συνεννοημένος, για ν’ αρχίσει να παίρνει πίσω κι αυτά ακόμα τα ψίχουλα που είχε υποσχεθεί από τον πρώτο κιόλας προϋπολογισμό που ανήγγειλε:

 Γι’ αυτό και είναι σήμερα πιο αναγκαία παρά ποτέ η ταξική και αγωνιστική ενότητα των εργαζόμενων για την απόκρουση των επιθέσεων. Η ανασυγκρότηση του κομμουνιστικού κινήματος, η ενότητα της επαναστατικής αριστεράς, η πολιτική και ανατρεπτική ενότητα της τάξης για κατακτήσεις και δικαιώματα ανάλογα με τους συσχετισμούς των δυνάμεων. Για να ξαναζωντανέψει η προοπτική και η δυνατότητα μιας άλλης κοινωνίας της εργατικής εξουσίας και δημοκρατίας, απελευθερωμένης από το βραχνά της εκμετάλλευσης, της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας της αναρχίας και της αγοράς, που θα έχει στο κέντρο της τον εργαζόμενο άνθρωπο, τις ανάγκες του και την απελευθέρωση των δημιουργικών του δυνατοτήτων.